Τον Ιανουάριο του 2012 ο απόστρατος Πεζοναύτης κύριος Σκοτ Βίνσεντ είχε δημοσιεύσει τη παρακάτω ιστορία σε μία ιστοσελίδα που, δυστυχώς, δεν υπάρχει πια. Ήταν η ιστοσελίδα RealCombatLife.com όπου συντηρούνταν από έναν Αμερικανό βετεράνο και αποτελούνταν από αληθινές ιστορίες απόστρατων. Μία τέτοια ιστορία είναι και η ακόλουθη.
Υπάρχουν άνθρωποι που αντιμετωπίζουν τη διαταραχή μετατραυματικού στρες, τη πιο συνηθισμένη ψυχική διαταραχή σε βετεράνους, και άλλοι που δεν μπορούν να την αντιμετωπίσουν. Μία τέτοια ιστορία για τη ζωή του μετά το πόλεμο αφηγείται ο κύριος Σκοτ Βίνσεντ στη συνέχεια.
Τα φώτα του αυτοσχέδιου διάδρομου προσγείωσης μας ήταν σκατά, πολύ βασικά και απλά, και με το «διάδρομο προσγείωσης» εννοώ ένα σπάνιο κομμάτι από ασφαλτοστρωμένο δρόμο στο Βόρειο Πακιστάν που ήταν ελάχιστα πάνω από το ποιοτικό επίπεδο ενός δρόμου από συμπιεσμένη άμμο. Εκείνη η ημέρα ήταν δύο εβδομάδες πριν τα 25α μου γενέθλια, ήταν 9 Ιανουαρίου του 2002. Η έρημος δεν ήταν απλώς ζεστή, είχε καύσωνα. Επισκευάζοντας ένα από τα 30 ασύρματα φώτα του διαδρόμου μας, αντιλήφθηκα ότι αυτή ήταν η καλύτερη στιγμή της ζωής μου… σε ένα πεδίο μάχης πολύ μακριά από τη πατρίδα.
Δεν είμαι κάποιος που μιλάει για οποιονδήποτε, άσχετα με το πόσο μέτρο βάζω στις εμπειρίες μου στο θέμα που συζητείται. Από την άλλη, θα τολμήσω να πω πως όταν βλέπεις ένα άλλο ανθρώπινο ον να πεθαίνει, η πρώτη τους σκέψη δεν είναι για ένα ηλιοβασίλεμα που ρίχνει μία απαλή λάμψη στις βουνοκορφές που τουρτούριζαν μέσα στη νύχτα, αλλά είναι κάποια αίσθηση σοκ και δέους. Εγώ ωστόσο, έζησα το πρώτο.
Δουλεύαμε σκληρά, στη ζέστη, μετά μπαίναμε στο λεωφορείο του «Σκούμπι-Ντου» και πίσω στο στρατόπεδο για να παίξουμε χαρτιά μέχρι κάποιο αεροσκάφος να καλέσει για προσγείωση. Οι περισσότεροι Πεζοναύτες βασικά ευχόντουσαν για μία εισερχόμενη κλήση όταν ήταν η σειρά τους για την ευκαιρία μίας εύκολης νίκης, και έτσι να δώσουν τη σειρά τους στα σκυθρωπά πρόσωπα της άλλης ομάδας. Όλοι θα αρνηθούμε ότι κλέψαμε εκείνη την ημέρα, αυτός που μοίραζε δεν έχανε ποτέ όταν ένα αεροπλάνο καλούσε. Είναι αρρωστημένο ότι κάτι όπως το κλέψιμο στα χαρτιά μένει καταγεγραμμένο στο μυαλό μου για έντεκα χρόνια τώρα, αλλά έμεινε. Ο Ιανουάριος ήταν ο τρίτος μας μήνας στη χώρα, και αυτό ήταν η καθημερινότητα μας.
Μετά την επισκευή του φωτός στο διάδρομο μας, που πήγε το συνολικό μας αριθμό σε 22 εν λειτουργία φώτα (το ελάχιστο αποδεκτό), ο νέος μου φίλος από αυτούς τους τρεις μήνες, ο Χάρης και εγώ ανεβήκαμε στο λεωφορείο του Σκούμπι-Ντου για επιστροφή στη βάση (το ονομάζαμε έτσι γιατί εκτός από τα λουλούδια από τη δεκαετία του 1970, έμοιαζε ακριβώς όπως το βαν στο κινούμενο σχέδιο Σκούμπι-Ντου). Αν σας άρεσε το όνομα του, το λεωφορείο Σκούμπι-Ντου ήταν ένα μικρό βαν με ανοικτά παράθυρα χρώματος μπλε με άσπρο που μας είχε δανείσει το Πακιστανικό κράτος. Πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι το λεωφορείο Σκούμπι-Ντου είχε παράθυρα, αλλά χωρίς τζάμια στα παράθυρα. Έμοιαζε με κάποιο μικρό λεωφορείο της VW που να ήταν φτιαγμένο από ζαχαρωτά, που περίμενε στη τσέπη κάποιου παιδιού μέχρι το σχόλασμα από το σχολείο για να το τεντώνει και να το φάει. Πρέπει να του το δώσω όμως, το Σκούμπι-Ντου δεν είχε ποτέ μηχανικό πρόβλημα παρότι σχεδόν κάθε στρατιωτικό υλικό μας (συμπεριλαμβανομένων και των τζιπ χάμερ) είχαν.
Ο Χάρης ήταν σαν κινούμενο σχέδιο. Είχε στρογγυλό πρόσωπο που ταίριαζε με τα χαρακτηριστικά του προσώπου του. Το ότι δεν είχε ίχνος από γένια ή η απαγόρευση του στρατού να έχει κάποιος διαφορετικό κούρεμα βοήθησε να τον διατηρεί στερούμενο πρωτοτυπίας. Μου είχε προσφέρει ένα από τα ένα-δολάριο-το-πακέτο τσιγάρα του (επίσης από το Πακιστάν), και τα ανάψαμε όταν καθόμασταν πίσω στο Σκούμπι-Ντου. Κάναμε ένα δεύτερο τσιγάρο για να χαλαρώσουμε, καθώς περνάγαμε από μία κουρτίνα ατμών από αεροσκάφη που επέπλεε στη ζεστή υγρασία που ήταν κάτι αποτελούμενο από κάτι σαν άμμο και σκόνη που έμπαινε από τα παράθυρα και χτύπαγε τα πρόσωπα μας. Η θεωρία μας ήταν, είτε αναπνέουμε Πακιστανική σκόνη με το κιλό είτε αναπνέουμε μέσα από ένα τσιγάρο, ποια η διαφορά;
Στρίψαμε στη βάση, που εκείνη τη περίοδο ήταν 6 αντίσκηνα, ένα αυτοσχέδιο μπάνιο και συρματόπλεγμα. Αυτό ήταν το σπίτι μας, και χαιρόμουν να βρίσκομαι εκεί γιατί σήμαινε χρόνος για χαρτιά και ξεκούραση. Το λεωφορείο ταλαντεύτηκε σε μία αργή στάση, αρκετή για να μου επιτρέψει να σβήσω το τσιγάρο-μάσκα αερίων μου. Κοίταξα κάτω το πακέτο από τσιγάρα καρκίνου που μου είχε δώσει ο Χάρης. Ήταν τσιγάρα Camel και στη βάση του πακέτου έγραφε «Απαλό Αμερικανικό Χαρμάνι». Αν έχετε διαβάσει ποτέ ένα πακέτο Camel από την Αμερική, θα έχετε προσέξει ότι γράφει «Απαλό Τούρκικο Χαρμάνι». Αυτό οδήγησε στο τελευταίο γέλιο που θα είχα για 6 μήνες. Το λεωφορείο σταμάτησε και ο Χάρης και εγώ βγήκαμε μέσα σε αυτό το περίεργο μείγμα από άμμο και σκόνη που αγκάλιαζε τα άρβυλα μας.
Έχασα εκείνο το βράδυ. Έξι παιχνίδια και δεν κέρδισα ούτε ένα. Κατηγορώ το ότι δεν είχαμε εισερχόμενα αεροπλάνα όταν ήταν η σειρά μου. Ο Λάσιτερ από την άλλη, που ήταν ακριβώς ότι θα περίμενε κανείς από το Ντιτρόιτ, δέχθηκε μία κλήση στο τελευταίο παιχνίδι εκείνο το βράδυ. Ο Χάρης και εγώ σηκωθήκαμε για να πάμε προς το αεροπλάνο, και γκρίνιαζα καθώς φορούσα το αλεξίσφαιρο μου και έπαιρνα το Μ-16 μου, τότε τον είδα να μοιράζει από κάτω από τη τράπουλα.
Ο Λάσιτερ κοίταξε προς τα επάνω, είπε «αγόρια θα μείνουμε εδώ στη ζέστη… Που είναι πιο δροσερά από αυτό το γαμημένο μέρος εκεί έξω!» συνοδευόμενο από ένα μικρό χαμόγελο που πρόδιδε τις κλεψιές του στο παιχνίδι.
Ο Χάρης με προθυμία απάντησε, «Μην ακουμπήσεις τα γαμημένα χαρτιά μου!» που παρότι δεν ήταν η καλύτερη απάντηση, ήταν συνηθισμένη γλώσσα ανάμεσα στους Πεζοναύτες, χονδρικά μεταφράζονταν ως «Θα επιστρέψω σύντομα, μπορείς σε παρακαλώ να κοιτάς τα χαρτιά μου;»
Βγάλαμε και οι δύο ένα ακόμα απαλό Αμερικάνικο χαρμάνι και μιλήσαμε στο παπάρι (δηλαδή στον ασύρματο PRC-119).
«Ράιντερ-04, με λαμβάνεις, τέλος;»
«Ράιντερ-04 ερχόμαστε, έλεγχος για υψόμετρο» απάντησαν σε εμάς.
Για να ξεκαθαρίσω την ορολογία, το Ράιντερ-04 ήταν ένα μεταγωγικό αεροσκάφος C-130 Hercules. Οι Πεζοναύτες που το πετούσαν ήθελαν να μάθουν το μυστικό αριθμό που αναφέραμε ως υψόμετρο που θα τους επέτρεπε να γνωρίζουν που βρίσκονταν το έδαφος αναλογικά με τη θέση τους. Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, αυτός ήταν ένας πολύ σημαντικός αριθμός.
Έδωσα τον αριθμό (2030) στο Ράιντερ-04 και το επιβεβαίωσαν. Το επόμενο αίτημα τους ήταν να προσγειωθούν στο «διάδρομο 22». Έπρεπε να αρνηθούμε το αίτημα λόγω του Πακιστανικού λαού και να τους πούμε να πάνε στο «διάδρομο 04», ο θόρυβος από τα αεροπλάνα ήταν μεγάλη ενόχληση. Αυτοί οι δύο διάδρομοι ήταν στην ίδια ευθεία του ημι-ασφαλτοστρωμένου δρόμου που φωτίζαμε. Το «22» απλώς προσγειώνονταν από το Νότο και το «04» από το Βορρά. Με άλλα λόγια, τους είπαμε όχι, και να πετάξουν πάνω από τα βουνά για να προσγειωθούν από την άλλη πλευρά.
«Ελήφθη, δεκτό προς το διάδρομο 04»
Κατέβασα το ακουστικό, άναψα τα φώτα του διαδρόμου (ασφαλώς χάσαμε ένα ακόμα φως) και κοίταξα τον Χάρης. Πίστευα ότι κάποια πλάκα μου ετοίμαζαν από το περίεργο τρόπο με τον οποίο έβγαλε το τσιγάρο του. Καθώς ρούφηξε και η καύτρα έγινε κόκκινη, παρατήρησα τον ήλιο να βγαίνει με την άκρη του ματιού μου. Γύρισα βαριεστημένα προς τα αριστερά για να δω κατά μέτωπο τον ήλιο. Ήταν φωτεινός, πορτοκαλί με κίτρινο και ένας τέλειος κύκλος. Ήταν μία στιγμή ηρεμίας.
Ο ήλιος, όμως, σέρνονταν. Ανέβηκε με ένα γρήγορο βήμα πάνω από τις βουνοκορφές, με ένα ρυθμό καμία σχέση με ταχύτητα που ανατέλλει και δύει ο ήλιος όταν είσαι έξω με τους φίλους σου. Η ήρεμη στιγμή μου διαλύθηκε όταν είδα κάτι σαν πόδια να βγαίνουν από τον ήλιο. Δε μπορούσα να καταλάβω τι είναι. Τότε ο Χάρης κοιτούσε με ανοικτό το στόμα και αυτός. Ο ήλιος φαίνονταν τώρα σαν μία τεράστια κίτρινη αράχνη, με τα πόδια της να πετάγονται όπως πάνε οι κατευθύνσεις των ωρών στο ρολόι. Ήταν μία τεράστια ανατολή και ξαφνικά άρχισε να σέρνεται στη κορυφή του βουνού, μεγαλώνοντας μέχρι που έγινε τέλειος κύκλος. Η αράχνη χάθηκε. Οτιδήποτε είχε οδηγήσει τον ήλιο να συρθεί στο βουνό χάθηκε. Τα πόδια πήραν καθοδική κλίση και ο κύκλος έγινε επίπεδος αφήνοντας μόνο ένα κίτρινο μανιτάρι στη θέση του. Τότε το κατάλαβα, δεν ήταν ο ήλιος, ήταν μία έκρηξη.
Πέρα από το πανικό, όπλισα το Μ-16 μου και πήρα θέση μάχης στη περίμετρο μέχρι να ανατείλει πραγματικά ο ήλιος, επτά ώρες αργότερα, το μόνο που θυμάμαι είναι ένα συγκεκριμένο γεγονός από εκείνο το βράδυ στις 9 Ιανουαρίου του 2002. Μπορώ να πω με 100% σιγουριά ότι οι απελπισμένες μου κλήσεις «Ράιντερ-04 με λαμβάνεις, Ράιντερ-04, επιβεβαίωσε» δεχόντουσαν απαντήσεις μόνο με παράσιτα και δε μπορούσες να ακούσεις τίποτα εκτός και αν αφιέρωνες όλη τη προσοχή σου σε αυτά τα 10 πιο στοιχειωμένα δευτερόλεπτα της ζωής μου. Αυτά τα παράσιτα ήταν ο λευκός θόρυβος που άκουγα όταν έπεφτα για ύπνο, και τώρα αυτός ο θόρυβος με χαστουκίζει από όνειρα σε εφιάλτες. Είναι ο ήρεμος θόρυβος που χρειάζεται κανείς μέχρι να γίνει ο θόρυβος που μπαίνει στην ανακούφιση, στην ανακούφιση του να γνωρίζεις ότι αυτό που είδες δεν είναι αλήθεια. Έτσι είναι όταν σε στοιχειώνει κάτι.
Παρότι δε το αφήνω να με ελέγχει, ξέρω ότι είμαι ο τελευταίος εν ζωή άνθρωπος που μίλησε με το πλήρωμα του Ράιντερ-04. Είναι ένα πολύ άβολο συναίσθημα, μήπως έδωσα το λάθος αριθμό για υψόμετρο ή ίσως να το έλαβαν λάθος, και να έγινε το ατύχημα; Μερικές φορές το αφήνω να χάνεται στο μυαλό μου το ότι είμαι υπεύθυνος, αλλά οι μόνοι άνθρωποι που μπορούν να επιβεβαιώσουν τις υποψίες μου έχουν χαθεί. Κάποιες φορές το να μην ξέρεις αν είσαι υπεύθυνος για ένα ατύχημα σε κάνει να κοιτάς χαμένα όταν σου μιλάνε, σε αυτό το μάθημα έχω γίνει ειδικός.
Δεν είμαι σίγουρος ότι είμαι το ίδιο άτομο που ήμουν στις 8 Ιανουαρίου εκείνης της χρονιάς, ή το πως βλέπω τον κόσμο άλλαξε πορεία κάποια στιγμή στη ζωή μου. Η μόνη διαφορά στο τι σκέφτομαι τώρα είναι ότι πλέον, ο ήλιος δεν ανατέλλει, σέρνεται.
Σήμερα από τα αποχαρακτηρισμένα αρχεία ατυχημάτων της Πολεμικής Αεροπορίας γνωρίζουμε και κάποιες παραπάνω τεχνικές λεπτομέρειες. Το αεροσκάφος ήταν ένα KC-130MR που υπάγονταν στην VMGR-352 των Αμερικανών Πεζοναυτών και κινούμενο για προσγείωση στη περιοχή Σάμσι του Πακιστάν έπεσε στο βουνό 270 χιλιόμετρα Νοτιοδυτικά του Κουέτα σκοτώνοντας και τα επτά μέλη του πληρώματος. Η μετέπειτα ανάλυση έδειξε ότι έγινε από λάθος ρύθμιση πλοήγησης. Βλέπετε το αεροσκάφος σε μία φωτογραφία από το Φεβρουάριο του 1992 στη βάση Κίρτλαντ. Το αναγνωριστικό του αεροσκάφους ήταν QB021 όπως βλέπετε και στο κάθετο ουραίο πτερύγιο του.
Ιστορίες
#Ιστορίες #Ήλιος #μου #Σέρνεται #Βίνσεντ